3 Νοε 2010

για την ιστορία (μέρος πρώτο)



Έλα ρε... ναι, μιλούσα μ' εκείνον τον τρελαμένο τον καλαματιανό. Τι να κάνω ρε φίλε, τι να κάνω... του 'δωκα κι αυτουνού την ευχή μου. Με το αζημίωτο, βέβαια, ξέρεις πώς πάνε αυτά τα πράγματα. Κι από σένα, μια χαρούλα που θέλω να ζητήσω, με το αζημίωτο κι αυτή... Έχεις ζημιωθεί ποτέ από μένα μωρή μπετόβεργα; μη με κάνεις να παραφέρομαι... Εκείνο που λέγαμε, κείνη την τροπολογία ντε... που λέγαμε πως θα προωθήσουμε... Τι θα πει “ποιοι το λέγαμε” ρε πατόφτυαρο, εμείς το λέγαμε, εσύ κι εγώ. Εγώ το έλεγα κι εσύ το άκουγες, μη με κάνεις να φαντάζομαι πως δεν με προσέχεις όταν μιλάω. Την τροπολογία για την παραλιακή, α γεια σου, είσαι και ξεχασιάρης πανάθεμά σε... κάτσε λίγο, κάτσε γιατί βαράει ο άλλος διάολος...

Έλα... Του μετρώ τα κουταλοπίρουνα, να του πεις. Ξέρει αυτός... Τα λεφτά τα πήρε όμως. Άμα τον... έχουμε και μικρά παιδιά εδώ πέρα. Τις φωτογραφίες των παιδιών μου ωρέ μπουζόκλειδο, για πες μου τώρα... με το άλλο που σου είπα, εντάξει; Πάλι τα ίδια. Λοιπόν, άκουσέ με, έτσι και σου ξαναρχίσει “ο λαός που μας επέλεξε” και τέτοιες πιπεριές, να του πεις ότι η βρύση κλείνει κι όταν θα ξαναχρειαστεί νεράκι, να πάει στους οικολόγους και τ' άλλα σαπρόφυτα που κανακεύει. Περίμενε.

Λέγε. Τι να πεις, έχεις δίκιο, να μην πεις τίποτα. Φρόντισε μόνο να γίνει η δουλειά. Ξέρω ότι εσύ τουλάχιστο είσαι εμπιστοσύνης. Να μείνω ήσυχος; Έτσι μπράβο. Κλείνω γιατί με ζητούν.

Λοιπόν, αυτό που είπαμε: η βρύση κλείνει, εντάξει αγόρι μου;... Τι; Μπα όχι, αποκλείεται να είναι τόσο... χα, χα τι ζώο... τότε πες του και το άλλο, με προσέχεις; Εγώ, να του πεις, είμαι η γενιά του πολυτεχνείου.

Όχι ρε, απίστευτο! Μωρή βέσπα!

Πορνόγερε!

Πατομπούκαλο!

Μοιρογνωμόνιο!

Σοβατισμένο απανωσήκωμα χωρίς κουφώματα!

Παραδίνομαι... Τι κάνεις εδώ ρε απατεώνα της κοινωνίας;

Φροντίζω να 'χουνε δουλειά κάτι σκουλήκια μεγαλοδημοσιογράφοι σαν και του λόγου σου... να μη με ενοχλήσει κανείς! Κάτσε.

Τι βάζεις εκεί; Έχω να πάω στο κανάλι μετά.

Θα μασήσεις μια τσιχλίτσα. Φοβάσαι μη βρωμάς ουίσκι στην πιτσιρίκα του πρωινάδικου;

Κυκλοφόρησε κιόλας;

Περιμένει την έγκρισή σου. Τα ρωτάνε αυτά οι αρχιρουφιάνοι;

Όχι και αρχί! Όχι και αρχί! Άντε γεια μας!

Υγεία. Πώς το κατεβάζεις έτσι το δεκαπεντάχρονο;

Ε, μιας που το 'βαλες... Λοιπόν;

Τι λοιπόν;

Με ζήτησες, ήρθα.

...Έχει προκύψει ένα θέμα... φτου σου λάστιχο ξεφούσκωτο, τι θες πάλι ρε; Τι σου 'πα πριν από λίγο ρε πολύμπριζο; Θυμάσαι τι σου 'πα; Να πα ν' ασβεστωθεί ν' ασπρίσει ο πρόεδρος, μην του επιχρίσω τα διατάγματα! Ποιος κυβερνά, επιτέλους, αυτό τον τόπο; ...ε, τι;... εγώ βέβαια... είδες που ξέρεις τι πρέπει να κάνεις; Γιατί με συγχύζεις λοιπόν; Πάρε μια πρωτοβουλία παλικάρι μου... έλα, καλό ξημέρωμα... Συρματόβουρτσα!

...Παντελή...

Ε, α, εδώ είσαι... το χάπι μου μέσα, με σύγχυσε το τσουτσέκι... Θα πάμε σε εκλογές.

Τι;

Τελειωμένο. Έχεις μια μέρα... γι αυτό σε πήρα πρωί, να 'χεις χρόνο. Τακτοποίησε τα χαρτοφυλάκιά σου, τους στενούς συγγενείς, αύριο η πρεμιέρα. Σου δίνω δυο εκπομπές και το βλαμμένο της Καλαμάτας. Δεν τον χρειαζόμαστε πλέον. Θέλω όμως, πρόσεξε, μια έρευνά μου στο αυριανό δελτίο. Να φανεί παραγγελιά δικιά σας.

Εταιρεία;

Όλα κανονισμένα. Η Τασούλα θα σου δώσει ένα σι-ντι.

Ρε πούστη μου!

Μη λες αυτή την κουβέντα εδώ μέσα!

... Με συγχωρείς.

Συχωρεμένος. Αλλά πρόσεχε... Τι κάνει η οικογένεια;

Ποια οικογένεια;

Α, ναι, χώρισες... Η κόρη σου; Απ' τους παλιούς βλέπεις κανένα;

Παλιούς... εννοείς...

Ήτανε μια γκομενίτσα... τότε... πώς τη λέγανε; Κοντούλα, με γυαλάκια.

Κοντούλα;

Με γυαλάκια. Τη γούσταρες τρελά.

Την Ιστορία; Αυτή τη γούσταρες εσύ ρε μαλά...

Τα, τα, τα, τα, τα! Τι είπαμε; Όχι τέτοιες κουβέντες εδώ πέρα. Έχουμε μικρά παιδιά.

Παιδιά; Α τις φωτογραφίες... έχεις ξεφύγει τελείως ρε μασταζαλίζεις. Όχι, δεν ξέρω τίποτα για την Ιστορία, ούτε τι κάνει, ούτε αν ζει ακόμα πουθενά. Πώς και τη θυμήθηκες;

Ιστορία, ε; Να ξεχάσω τέτοιο όνομα! ...Τη θυμήθηκα, γιατί; Εσύ δε θυμάσαι τίποτα;

Εγώ, είμαι η γενιά του Πολυτεχνείου.