30 Ιουν 2008

Βραδιές του Ιούνη



Κόλπος που λιώνει σαν κερί. Τα κεραμύδια
σταχτιά και κόκκινα, θαρρείς και μας φθονούν
Βαθύ γαλάζιο, βαθύ μπλε, γύρω μας φίδια
Τα βράδια τόσο τρυφερά που μας πονούν.

Θεέ μου! Ανάβουνε τα φώτα και με πίνουν
Χαμένη - πού; - κι αν δε σε ξέρω τι μ' αυτό;
Με κυριεύει η ομορφιά σου, ένα πουλί, ένα ουρλιαχτό
Μια μελωδία από βουνά π' όλο συγκλίνουν.

Όλα τελειώνουν; Δεν αρχίσαν θες να πεις
Τι σόι λιμάνι είναι κι αυτό χωρίς καράβια;
Μόνο οι ραβδώσεις του νερού και η ανταύγεια
Μια κάποια απόχρωση παιδιάστικης ντροπής.

Ναύπλιο 7-6-1987


24 Ιουν 2008

επεισόδιο


Χτυπούσες την πόρτα
Τα μαλλιά σου στάζαν υδάτινους έρωτες
Ξεβάφανε τα μάτια σου νύχτα

Πού ήμουν εγώ; -Πού στέκομουν;
Στο άνοιγμα της πόρτας -ήμουν εγώ;
Βουβός σαν πέτρα του παρελθόντος -χαμένος- ήμουν εγώ.
Κι εσύ;
Γυμνή αστόλιστη ίσα που πρόλαβες
στου ξυραφιού το χάδι
να βάψεις τα χείλη σου

Ύστερα έβαψες τα δικά μου
Τα όνειρα
Κρέμασες τη ζωή μου στο παράθυρο και την άνοιξες
Σα να τη γυρνούσες απ' την ανάποδη να διαβάσεις τους τίτλους
Με κοίταξες να αιωρούμαι μια στιγμή
Κι άρχισες να σκαρφαλώνεις με τα νύχια
Σ' έβλεπα νά 'ρχεσαι και νά 'ρχεσαι απ' το άπειρο
Από το θάμπος ν' αναδύεσαι κι απ' την ομίχλη
Του πόθου μου
Με τα βρεγμένα στήθη σου τη μουσική σου την περηφάνεια
στους αστραγάλους -φοβήθηκα
Μη σπάσει το γυαλί το τζάμι μη ραγίσει
Η στιγμή
Μην πετάξουν οι λέξεις και τα χρώματα φοβήθηκα
Μην σβήσουν
Σ' έκλεισα έξω



Όμως εσύ
Κρατούσες στο χέρι το τελευταίο κόκκινο σύννεφο
Την τελευταία ευκαιρία
Ν' αναπηδήσει η μπάλλα του Απρόσιτου
Ή
Να εκραγεί μες στον αέρα εκεί πιτσιλώντας μας
Για να γελάμε μετά σαν παιδιά ξανά στα γόνατα
Λουσμένοι στο αίμα



Στο Χνούδι, για το όμορφο που έχει
και γιατί κι εγώ επιθύμησα μια γέφυρα στο Μολδάβα
(εικόνα: Leonor Fini, Le bout du monde)

8 Ιουν 2008

απόπλους




Θέλοντας να υπαγορεύσω στη ζωή τους νέους αδιαπραγμάτευτους όρους μου
Θέτοντας ρήτρες στο ανέφικτο και αξιώσεις
Αναζητώντας ρηξικέλευθους τρόπους ανάπτυξης επί αχαρτογράφητης γης
Επικαλούμενος το αίνιγμά σου -ω, μούσα- επί ματαίω
Επιζητώντας το εξαρχής αδύνατον και επιδικάζοντας υπέρ αυτού μέτρα ασφαλιστικά
Θυσιάζοντας τρία άλογα (το ένα κουτσό) και μια εκθρονισμένη βασίλισσα στο βωμό σου
Κρατώντας στο αριστερό χέρι μου μονάχα την παλάμη του δεξιού σου μαστού
Διεκδικώντας με πάθος την βάσανο να μνηστευθώ τον σφυγμό σου
Ασελγώντας καθ' έξιν και καθ' υποτροπήν επί της μικρής καμπύλης του αυχένος σου
Βουτιά κάνοντας στο κενό από το χείλος σου το άνω
Κι απ' τη συστάδα της ήβης σου μετρώντας σαρανταένα βήματα προς δυσμάς
Αιώνες προσμένοντας εδώ με της έμπνευσής μου τη βραχύβια στύση
Μόνος στην πλώρη κραυγάζοντας "μάινα" στους ουρανούς
Καταμεσής υψώνοντας του λιμανιού το φλόκο μου και τη μεγίστη
Τεζαρισμένα καραβόσκοινα -τέντωσέ με Κύριε- το λοιπόν
Μείναν οι θηλιές κρεμάμενες να στάζουν το δίκιο τους απ' τις μπίντες

Και λέω ο άμυαλος: πόσα χυμένα δάκρυα, πόσα καμμένα κορμιά
Κάποτε την παντιέρα σήκωνα της ανώδυνης ήττας
Τώρα με το "τρελλέ" σου αλεξήλιο πελαγώνω δριμύς
και σαν πεινάσω δολώνω τροχαίους την άγκυρα για καρχαρίες.

η Νύχτα στο Πέλαγος, του Αιμίλιου Προσαλέντη

1 Ιουν 2008

το παιχνίδι




σε αόρατο κύκλο κλεισμένοι
απομείναμε παίκτης και πιόνι
το παιχνίδι αυτό δεν τελειώνει
πριν να πεις "σ' αγαπώ" τι σημαίνει

σ' αγαπώ (τι σου κρύβουν οι λέξεις!)
δεν θα πει τους καρπούς σου να δρέπω
πάει να πει σου τα επιτρέπω
όλα κι είναι σειρά σου να παίξεις


σ' αγαπώ δεν θα πει άρχοντά μου
να κρυφτώ σ' ενός στίχου τη ρίμα
ειμ' εγώ - είσαι εσύ κι είναι κρίμα
σ' αγαπώ θα πει ζήσε κοντά μου


σ' αγαπώ δεν θα πει σε συντρίβω
με του "θέλω" τ' ασήκωτο βάρος
στην αγάπη χυμώ σαν φαντάρος
να κριθώ στης καρδιάς σου το στίβο


τώρα εγώ! που σημαίνει φυλάξου!
στην αγάπη το παν είναι λίγο
σ' αγαπώ και τις πόρτες μου ανοίγω
χώμα υγρό να δεχτώ τη σπορά σου


να χαρείς! μη θαρρείς πως ζυγώνω
το κορμί σου ανοιχτά σαν το λύκο
σ' αγαπώ θα πει βρες το πηλίκο
που διαιρεί τη χαρά με τον πόνο


σκέψου λίγο και μόνος σου κρίνε
η αγάπη αψηφά τους κανόνες
είμ' εδώ κι είσ' εκεί στους αιώνες
πες λοιπόν σ' αγαπώ τι δεν είναι


σ' αγαπώ δε σημαίνει χαρά μου
να σε κλείσω στα δυο μου τα χέρια
σα να θέλω να κλείσω τ' αστέρια
το νερό και τους κόκκους της άμμου


κι ούτε πάλι θα πει να ριζώσω
καρφωμένη βαθιά σου σα σφαίρα
πάει να πει θα κερδίσω τη μέρα
θα σωθώ και μαζί θα σε σώσω

(η εικόνα του πιονιού με τη διπλή σκιά, από εδώ)