αυτόν τον δρόμο που μακριά παραμονεύει
τον ξέρω -βάδισα κι εγώ στη μια του όχθη
πόσοι στο διάβα του καημοί και πόσοι μόχθοι
μ' αυτός στο τέλος μέσα του όλα τα χωνεύει
αυτός ο δρόμος που κοιτάει με μάτια ξένα
και μ' οδηγεί μεσ' απ' του χρόνου τις αλέες
ίδιος θαρείς με των θεάτρων τις αυλαίες
πέφτει και κλείνει και μ' αφήνει έξω από σένα
αυτόν τον δρόμο που στα βάθη του αναδεύει
το σκοτεινό μου το αθέατο πεπρωμένο
ποιο χέρι κράτησε σαν τόξο τεντωμένο
και μ' ένα βέλος στην καρδιά με σημαδεύει;
τον ξέρω -βάδισα κι εγώ στη μια του όχθη
πόσοι στο διάβα του καημοί και πόσοι μόχθοι
μ' αυτός στο τέλος μέσα του όλα τα χωνεύει
αυτός ο δρόμος που κοιτάει με μάτια ξένα
και μ' οδηγεί μεσ' απ' του χρόνου τις αλέες
ίδιος θαρείς με των θεάτρων τις αυλαίες
πέφτει και κλείνει και μ' αφήνει έξω από σένα
αυτόν τον δρόμο που στα βάθη του αναδεύει
το σκοτεινό μου το αθέατο πεπρωμένο
ποιο χέρι κράτησε σαν τόξο τεντωμένο
και μ' ένα βέλος στην καρδιά με σημαδεύει;
σ' εκείνην, αναπόφευκτα