Κάποιος μου το ‘πε για τον πόθο
Θεριό ανήμερο
Στης σάρκας τη χαρά δεν ξεδιψαίνει
Σαν τη φωτιά που απ’ τη φωτιά αφανίζεται,
στον πόνο τον παροξυσμό γυρεύει.
Έτσι κι εγώ,
στου πάθους πάνω την παραφορά ονειρεύτηκα
Το χέρι σου που κράταε το μαχαίρι
για χάρη μου.
Όχι για να μου φέρει λύτρωση
(το χλιαρό, τον εύκολο τον πόνο του θανάτου)
Του χωρισμού την κόλαση ονειρεύτηκα
και ζωντανός να καίγομαι
Για χάρη σου…
Θεριό ανήμερο
Στης σάρκας τη χαρά δεν ξεδιψαίνει
Σαν τη φωτιά που απ’ τη φωτιά αφανίζεται,
στον πόνο τον παροξυσμό γυρεύει.
Έτσι κι εγώ,
στου πάθους πάνω την παραφορά ονειρεύτηκα
Το χέρι σου που κράταε το μαχαίρι
για χάρη μου.
Όχι για να μου φέρει λύτρωση
(το χλιαρό, τον εύκολο τον πόνο του θανάτου)
Του χωρισμού την κόλαση ονειρεύτηκα
και ζωντανός να καίγομαι
Για χάρη σου…