Εργαζόμασταν (φροντίζαμε) όλοι μαζί, απ' το πρωί (βράδυ) ως το βράδυ (πρωί), γιατί το κάθε τι που κάναμε (αγαπούσαμε), εργασία (φροντίδα) το λέγαμε (τραγουδούσαμε). Και τα κορίτσια (αγόρια) μας παρενοχλούσαν (χαμογελούσαν) συνεχώς, λέγοντας (τραγουδώντας) "κάνε μου μήνυση (έρωτα)- κάνε μου μήνυση".
Είχαμε και μουσείο με γλωσσικά απολιθώματα. Αιδώς, αιδοίον, μοιχαλίς.
Τα μουνάκια τα τραγουδούσαμε με τ' όνομά τους, περισσότερο όμως προτιμούσαμε να παίζουμε μαζί τους, χαϊδεύοντας, γλύφοντας ή σπρώχνοντας μέσα το μέρος του σώματός μας που τα κορίτσια τρελαίνονταν να τραγουδάνε "καυλί". Το "κέρατο", πάλι, είχε μία σημασία. Μας θύμιζε τις κατσίκες που τρέφανε τα παιδιά μας και παίζανε λεύτερες μαζί τους, καθώς τρέχανε, παλεύανε και διασκεδάζανε όλα μαζί και τα γέλια τους φτιάχνανε γύρω μας ένα ατέλειωτο, πολύχρωμο παζλ.