Κρυώνεις
Αυτό το μπουκάλι κάθε Τρίτη
ξαναγεμίζει όνειρα
(ίδιο με δάχτυλο που χαράζει σχήματα
-μια καρδιά-
στο νοτισμένο τζάμι)
Κείνα τα πουλιά π’ ανοίξαν τα φτερά τους το περασμένο Φθινόπωρο
πού πήγαν; -πέταξαν γι αλλού
Εδώ η Άνοιξη πού ’ταν να ξημερώσει ξεχάστηκε
Μόνο δυο μάτια ανατέλλουν κάθε πρωί
πίσω απ’ το ίδιο σύννεφο
-με το ίδιο ερώτημα-
κι ένα ρολόι πνευστό
ανεβαίνει την κλίμακα: επτά και τέταρτο,
επτά και είκοσι ...
Έξω στο δρόμο ένα άλλο σήμερα
καραδοκεί.