24 Μαΐ 2012

το πρόβλημα





Έχω ένα πρόβλημα.
Μια γυναίκα χαριτωμένη, με την οποία είμαστε δεμένοι από χρόνια. Ε, καλά, θα μου πείτε.
 

Ζούμε σε μια δύσκολη εποχή. Τα διαζύγια δίνουν και παίρνουν. Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω πού ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημά μου.

Τώρα το καλοκαίρι τα παράθυρα είναι ανοιχτά. Όλη την ώρα είσαι υποχρεωμένος ν’ ακούς διάφορα. Έχω δυο γειτόνισσες -ο καθένας έχει. Συγκριτικά, η γυναίκα μου είναι ένας άγγελος –αυτή τη σκέψη την έχω κάνει πολλές φορές ως τώρα.
 

Οι γυναίκες, γενικά μιλάω, έχουν μια τάση προς τη φλυαρία, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Λένε πολύ περισσότερα από αυτά που πραγματικά εννοούν και συχνά γίνονται κακόβουλες. Το ίδιο βέβαια κάνουμε κι εμείς οι άντρες, για κάποιο λόγο όμως περιμένουμε απ’ αυτές να συμπεριφέρονται διαφορετικά. Ίσως επειδή μας κολακεύουν τόσο πολύ. Μας λένε ότι κάνουν τα πάντα για μας, μας λένε κυρίαρχους.
 

Αυτές οι δυο γειτόνισσες, ειδικά. Δεν υπάρχει άντρας στη γειτονιά που να μην τον θεωρούνε κτήμα τους. Η συμπεριφορά τους είναι τόσο αλαζονική –πόσους δεν έχουν οδηγήσει στην απελπισία! Το χειρότερο, ωστόσο, είναι το στόμα τους –πραγματικός οχετός. Όταν αρχίζουν ν’ αλληλοβρίζονται, να βγάζει η μία τ’ άπλυτα της αλληνής στη φόρα… δεν αντέχονται. Τουλάχιστον από μένα. Είμαι αλλεργικός στα ξεκατινιάσματα.

Αγαπώ τη γυναίκα μου. Ειδικά όταν τη συγκρίνω με τις δύο μέγαιρες, νιώθω να την αγαπώ περισσότερο. Τελευταία όμως συμπεριφέρεται παράξενα, μπορεί να φταίει η κρίση της ηλικίας.
 

Η γυναίκα μου είναι σαν εμένα. Έτσι πίστευα πάντα και γι’ αυτό την επέλεξα. Αγαπά τους ανθρώπους ανεξάρτητα απ’ το χρώμα τους, πιστεύει στην αξιοπρέπεια, στη δικαιοσύνη, στη συναδέλφωση. Δεν ζητάει μεγαλεία: το χρήμα, η εξουσία, την αφήνουν αδιάφορη –η γυναίκα μου έχει ιδανικά. Τουλάχιστον στα μάτια μου. Τουλάχιστον μέχρι τώρα.
Γιατί, πρέπει να το πω, έχω αυτό το πρόβλημα.

Η γυναίκα μου, τελευταία, θυμίζει όλο και περισσότερο τις δυο γειτόνισσες. Στέκεται ώρες μπροστά στον καθρέφτη, ξεσηκώνει τα κουνήματά τους, αρχίζει να μιλάει όπως αυτές. Προχτές –καλοκαίρι είναι- την άκουσα απ’ το παράθυρο που τσακωνότανε μαζί τους. Ίδια κι απαράλλαχτη. Πραγματική κατίνα.
 

Φαίνεται πως το κάνει κι αυτή για τους άντρες. Δεν της φτάνω πια εγώ και οι όμοιοί μου, όσοι την αγαπούν γι’ αυτό που είναι, όσοι την θέλουν αγνή και τίμια. Ζηλεύει τις κάργιες, θέλει όσο το δυνατόν περισσότερους στα πόδια της –είναι λέει εξαπατημένοι κι ανώριμοι και χρειάζεται ένα διαφορετικό προφίλ για να τους κερδίσει. Να τους κερδίσει, για ποιο λόγο; Και με ποιο αντίτιμο;

Έχω ένα πρόβλημα, το καταλάβατε, σας το είπα.
Οι καιροί είναι δύσκολοι και τίποτα δεν είναι δεδομένο.
 

Αγαπώ τη γυναίκα μου –αν αυτό που περνά είναι υπαρξιακό ή κάποιο μικρόβιο, θέλω να τη βοηθήσω να το ξεπεράσει. Όμως συχνά με κοιτά σαν να έχω εγώ το πρόβλημα, σαν να ήμουνα κι εγώ εξαπατημένος (από τι κι από ποιον; ) κι ανώριμος και χτίζει το προφίλ της για να μου αρέσει.
 

Πολλές φορές κάθομαι και την κοιτάζω και φαντάζομαι τη γυναίκα που αγάπησα. Έχω μεγάλη φαντασία, δεν ξέρω αν σας το είπα.


Αυτό είναι το άλλο μου πρόβλημα.




Πρωτοδημοσιευμένο στη Σκακιέρα, μέρες του 2009
Την εικόνα βρήκα εδώ

2 Μαΐ 2012

τα βουνά



α και ν’ αλλάζαν λέει ετούτα τα βουνά 

στη θέση τους να εμφανίζονταν 
μια πεδιάδα 
στη μέση εμείς 
αγροί ωραίοι στάχια κίτρινα νερά 
πλατάνια στον ίσκιο τους 
εσύ εγώ κι ίσως 
μια θάλασσα στο βάθος υγρή 
γαλήνη απέραντη 
τι ευτυχία 

αξίζει στ’ αλήθεια μου λες 
τόσους αγώνες 
όλοι μαζί να φωνάξουμε 
όχι έναν ψίθυρο γλυκό ένα τρέμισμα 
σα να μιλούσαμε σε φίλο ή σύντροφο όχι 
με πάθος πρέπει κι οργή 
με φλόγα και παλμό και μένος ασίγαστο 
να γκρεμιστούνε όλα τα βουνά 
να πάρει τη θέση τους 
η πεδιάδα 

μα προσοχή 
τόσο μόνο 
όχι παραπάνω βία 
όχι παραπάνω ένταση ή ορμή γιατί 
ας μην ξεχνάμε 
πάνω στα βουνά είναι τα σπίτια μας 
γιατί 
είναι τα σπίτια μας απάνω στα βουνά 
πάνω σ’ ετούτα τα βουνά 
είναι τα σπίτια μας 



εικόνα από εδώ